ΚΛΕΙΣΟΥΡΑ




Γεωγραφία.

Το χωριό Κλεισούρα βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του νομού σε απόσταση 32 χλμ. από την Καστοριά. Είναι ένα όμορφο παραδοσιακό χωριό που αξίζει να το επισκεφθείτε και να περιηγηθείτε στις γειτονιές του.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της περιοχής είναι τα πυκνά δάση της. Ο περίπατος κατά μήκος των κατάφυτων μονοπατιών θα σας μείνει αξέχαστος. Τα δρομάκια αυτά πολλές φορές οδηγούν σε κάποια από τις εκκλησίες της περιοχής. Επίσης, θα συναντήσετε και πολλές πηγές με καθάρια κρυστάλλινα νερά που προσθέτουν στην περιοχή τη δική τους νότα ομορφιάς.

Η Κλεισούρα φιλοξενεί στα εδάφη της και μοναδικά ιστορικά θρησκευτικά μνημεία, όπως την Ιερά Μονή της Παναγίας που χρονολογείται από τον 15ο αιώνα, τις εκκλησίες του Αγίου Δημητρίου, Αγίου Νικολάου και Αγίου Αθανασίου και το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Επίσης, αξίζει να επισκεφθείτε και το Εθνολογικό Λαογραφικό Μουσείο της Κλεισούρας που φιλοξενεί ιστορικά κειμήλια και διαθέτει πλούσιο φωτογραφικό υλικό.

Συνοπτική ιστορία

Η Κλεισούρα ή Βλαχοκλεισούρα αποτελεί μια από τις πιο ιστορικές και ένδοξες κωμοπόλεις του Νομού Καστοριάς και γενικότερα της Δυτικής Μακεδονίας, που ανέδειξε πλήθος πνευματικών ανδρών και εμπόρων κατά την εποχή της ακμής της.

Πρώτες μαρτυρίες

Η κωμόπολη κτίστηκε κατά τον 15ο περίπου αιώνα με την συνένωση τεσσάρων ή πέντε οικισμών (Kotori di Iazia - Agru al Kiaku - Tsiresi - Kardzia - Gura) για την απόφυγή των επιδρομών και των λεηλασιών από τους Τουρκαλβανούς.

Παλαιότερα, γραπτά μνημεία που αναφέρονται σ' αυτήν είναι:

ένα τουρκικό φορολογικό κατάστιχο του 1481 (σ’ αυτό το έγγραφο αναφέρεται ότι η Κλεισούρα κατοικείται από 76 οικογένειες – 500 περίπου άτομα)
το χειρόγραφο του Καστοριανού ιερέα Παπαργυρίου, στο οποίο συγκαταλέγεται στη χορεία των μαρτύρων της Εκκλησίας και ο Κλεισουριώτης Μάρκος Πέτρου Μαρκούλη που μαρτύρησε το 1598 στο Χρούπιστα επειδή αρνήθηκε να αλλαξοπιστήσει και το πτώμα του ρίχτηκε στον ποταμό Αλιάκμονα.
ο κώδικας 215 της Μονή Βαρλαάμ Μονής Βαρλαάμ στα Μετέωρα του έτους 1613/14
ο Ιεροσολυμιτικός κώδικας 509 του έτους 1660
η περιηγητική έκθεση του Εβλιά Τσελεμπή κατά το έτος 1661
το διαζύγιο του 1682 που βρίσκεται στον κώδικα 2753 της Εθνικής Βιβλιοθήκης Ελλάδος από την Ι. Μητρόπολη Καστοριάς
έγγραφα από τον κώδικα της Ι. Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, τα οποία υπογράφει στα 1696 και 1697 αντίστοιχα ο Αχριδών Ζωσιμάς.

Η ονομασία

Η ονομασία της νέας κωμόπολης σημαίνει το στενό πέρασμα σε τόπο δύσβατο (λατιν. clausura).

Ο Σ. Λιάκος αναφέρει ότι η κωμόπολη μνημονεύεται από το 1325 με τον λανθασμένο τύπο Ανακλίσουρον, χωρίς όμως να αναφέρει την πηγή της πληροφορίας που δίδει.

Η παλαιά ονομασία της κωμόπολης είναι Βλαχοκλεισούρα και απαντάται σε κοινοτική σφραγίδα στον χαρτώο κώδικα «Οδηγίαι κοινωνικής συμπεριφοράς και βιβλίον ισολογισμών. Χειρόγραφα πρακτικών Δημογερόντων Κλεισούρας (1868-1880). Σχολική Βιβλιοθήκη Κλεισούρας. Νο 18», που βρίσκεται σήμερα στο Εθνολογικό-Λαογραφικό Μουσείο Κλεισούρας. Κατά το 1806 ο Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ (Pouqueville) την ονομάζει και Κοσμόπολη.


18ος - 19ος αιώνας

Οι πρώτοι κάτοικοι της Κλεισούρας, μιλούν όλοι την βλάχικη-αρμάνικη γλώσσα και τα κύρια επαγγέλματά τους την πρώτη περίοδο είναι η κτηνοτροφία, το εμπόριο, η γουναρική, η γεωργία, ενώ αρκετοί είναι κυρατζήδες (αγωγιάτες). Έτσι αρχίζει την ζωή της η αρχοντική κωμόπολη και αναδεικνύεται σε κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου, η ακμή του οποίου κορυφώνεται κατά τα έτη 1750 - 1880.


Οικονομική ανάπτυξη

Στον χρυσό αυτό αιώνα της Κλεισούρας κτίζονται διώροφα και τριώροφα αρχοντικά, ανοίγουν εμπορικά καταστήματα και τράπεζες και ανεγείρονται μεγάλα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η εμπορική και πνευματική αυτή δραστηριότητα προσείλκυσε πολλούς κτηνοτρόφους και αγωγιάτες από γνωστά βλαχοχώρια της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Ηπείρου (Μοσχόπολη, Γράμμουστα, Σιάτιστα, Φούρκα, Σμίξη, Αβδέλλα, Σαμαρίνα, Νυμφαίο, Βλάστη, Νάματα κ.α.) και ο πληθυσμός της Κλεισούρας ανήλθε βάσει της απογραφής του 1870 στους 6.400 κατοίκους.

Κατά τους 18ο και 19ο αιώνες πολλοί Κλεισουριώτες που ασχολούνταν με το εμπόριο και τα γράμματα, εγκαθίστανται στα μεγάλα εμπορικά κέντρα της Ευρώπης, όπου διαπρέπουν. Έτσι έχουμε μεγάλες και ανθηρές παροικίες Κλεισουριέων στην Κωνσταντινούπολη, Βιέννη, Βουκουρέστι, Ιάσιο, Οδησσό, Δρέσδη, Βουδαπέστη, Σεμλίνο (Zemon), Βελιγράδι, Μοναστήρι (Bitule), Σρεμ, Νίσσα, Πάντσεβο κ.α. Όλοι αυτοί οι απόδημοι δεν ξεχνούν την γενέτειρά τους και ενισχύουν τόσο τα εκπαιδευτικά ιδρύματά της, όσο και την ανέγερση και συντήρηση μεγαλοπρεπών ναών εντός και εκτός της κωμοπόλεως.

Σχολεία

Αυτή η μεγάλη οικονομική άνθηση γέννησε και την περίφημη εκπαίδευσή της.

Το 1700 περίπου κτίζεται το πρώτο σχολείο και από το 1775 λειτουργούν η Αστική σχολή (αρρεναγωγείο), το Ελληνικό σχολείο (ημιγυμνάσιο) και το Αλληλοδιδακτικό που φέρουν την επωνυμία « Ελληνομουσείο Κλεισούρας ». Το 1866 κάηκε το Ελληνομουσείο και μαζί η αξιόλογη βιβλιοθήκη του που αριθμούσε περίπου 2000 τόμους βιβλίων˙ τα κτίρια αυτά ξανακτίστηκαν και παράλληλα ιδρύθηκε και παρθεναγωγείο.

Το 1868 ανοίγει ρουμάνικο σχολείο με την ονομασία « Scοala Primara din Vlaho-Clisura », το οποίο κάηκε το Φεβρουάριο του 1943. Το έργο των ελληνικών σχολείων βοηθούσαν ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Κλεισούρας « Η Ομόνοια » (1882), η Φιλεκπαιδευτική και Φιλόπτωχος Αδελφότητα Κλεισουριέων Κωνσταντινουπόλεως «Ο Προφήτης Ηλίας » και η Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα και μετέπειτα Φιλανθρωπικός Σύλλογος των Απανταχού Κλεισουριέων « Ο Άγιος Μάρκος » (1918). Επίσης λειτουργούσε η Οθωμανική Λέσχη « Η Ένωσις ».

Συμβολή στους εθνικούς αγώνες

Σπουδαία βέβαια ήταν και η συμβολή της στους εθνικούς αγώνες. Το 1821 η Ιερά Μονή Παναγίας κατέστη καταφύγιο του Ναουσαίου οπλαρχηγού Ζαφειράκη, οι αδελφοί Ζαβίρα ενίσχυσαν οικονομικά την έκδοση των χειρογράφων του Ρήγα Φεραίου, ενώ τρία μέλη της οικογένειας Γκίκα – Χατζημάσιου μυήθηκαν το 1818 στην Φιλική Εταιρία.


Για τον Α. Μαργαρίτη
θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε σε μια μεγάλη ιστορική ανακρίβεια, που χωρίς την απαιτούμενη κριτική και τον επιστημονικό έλεγχο, επαναλαμβάνουν ατεκμηρίωτα οι κατά καιρούς εμφανιζόμενοι ερευνητές. Ο Απόστολος Μαργαρίτης (1832-1903), το εκτελεστικό όργανο της ρουμανικής προπαγάνδας στην Μακεδονία, την Θεσσαλία και την Ήπειρο, δεν κατάγεται από την Κλεισούρα, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι ερευνητές (Ε. Αβέρωφ, Α. Κολτσίδας, Ε. Νικολαϊδου, Μ. Τρίτος κ.ά.), αλλά από την Αβδέλλα Γρεβενών σύμφωνα και με τα έγγραφα υπ’ αριθμ. 23-24 (σ. 25-27) του κοινοτικού κώδικα αριθμ. 475 με τίτλο «Οδηγίαι κοινωνικής συμπεριφοράς και βιβλίον ισολογισμών. Χειρόγραφα πρακτικών Δημογερόντων Κλεισούρας (1868-1880). Σχολική Βιβλιοθήκη Κλεισούρας. Νο 18.».


20ος αιώνας

Στις 22 Ιουλίου 1903 η Κλεισούρα, δέχεται μαζί με το Κρούσοβο και τη Νέβεσκα (Νυμφαίο) την επίθεση των Βουλγάρων κομιτατζήδων, όταν αυτοί εξαπέλυσαν την επανάσταση του Ίλιντεν. Τότε ο Γ. Τσόντος (καπετάν Βάρδας)οργάνωσε επιτροπή αγώνος με αρχηγούς τους Ανδρέα Παναγιωτόπουλο (καπετάν Τζήκα) και Δημ. Στάγκα (καπετάν Μίζα), με πρόεδρο τον Ι. Αργυρόπουλο, γραμματέα τον Γ. Κιάντο, ταμία τον Γ. Πάτσιου και μέλος τον Κ. Βούτσια, πράκτορες τους Ι. Πάντσιου, Κ. Ρόκα, Γ. Παπα-Ντούλα, Π. Λιγκανάρη (Φανόπουλο) και οδηγούς τους Γ. Σιάββα, Κ. Ζώττα, Κ. Κουκότα, Θ. Μυρώνη, Δ. Ντριστέλα, Ι. Κώφα και Γ. Βούτσια.

Κατά την κήρυξη του ελληνοτουρκικού πολέμου στις 5 Οκτωβρίου 1912 οι Κλεισουριώτες ύψωσαν την ελληνική σημαία στο επιβλητικό κωδωνοστάσιο του Αγίου Νικολάου. Στις 2 Νοεμβρίου 1912 η κωμόπολη πυρπολείται από τους Τούρκους που λεηλατούν τα αρχοντικά και τα εμπορικά καταστήματα (από τα 700 σπίτια απέμειναν μόνο 300). Πυρπολείται επίσης ο ναός του Αγίου Νικολάου με το περίφημο ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενώ σκοτώνονται και στη συνέχεια καίγονται 10 εναπομείναντες γέροντες.

Στις 11 και 12 Απριλίου 1941 διεξάγεται μάχη του ελληνικού στρατού με τις μηχανοκίνητες γερμανικές φάλαγγες που περνούσαν από την τοποθεσία Νταούλι, με αποτέλεσμα την κατάληψη της Κλεισούρας από τους Γερμανούς. Και έφτασε η θλιβερή ημέρα της 5ης Απριλίου 1944 κατά την οποία η Κλεισούρα δέχεται το μεγαλύτερο πλήγμα. Αντάρτες του Ε.Α.Μ.- Ε.Λ.Α.Σ. που δρούσαν στην περιοχή, με αρχηγό τον καπετάν Υψηλάντη επιτίθενται σε γερμανική φάλαγγα στην θέση Νταούλι σκοτώνοντας τους τρεις προπομπούς στρατιώτες μοτοσικλετιστές. Οι Γερμανοί σε αντίποινα σκορπίζουν τον θάνατο και την φωτιά στον άμαχο πληθυσμό της μαρτυρικής κωμοπόλεως, σκοτώνοντας 246 αθώα γυναικόπαιδα και γέροντες και καίγοντας 160 σπίτια μέσα σε ένα δίωρο.

Γι’ αυτήν την θυσία της το ελληνικό κράτος την τίμησε με τον Πολεμικό Σταυρό Α' Τάξεως και με την πρόσφατη μετονομασία της σε Δήμο (1994).

Πηγές-Βιβλιογραφία

Ιω. Παπαδριανός, Οι Έλληνες απόδημοι στις Γιουγκοσλαβικές χώρες(18ος - 20ος αι.), Θεσσαλονίκη 1993.
Μιχ. Κ. Παπαμιχαήλ, Κλεισούρα Δυτικής Μακεδονίας, ακμή – πολιτισμός – αγώνες – θυσίαι – ιστορία – ηθογραφία – λαογραφία (η παλαιά Κλεισούρα από αρχαίων χρόνων μέχρι του 1913), ά.τ. 1972.
Νικ. Δ. Σιώκης, «Το έθιμο του Αη - Γιάννη του Κλήδονα ( Γκαλιάτα ) στην Κλεισούρα» εφημ. Κλεισούρα, φ. 83, Ιούλιος 1995 και φ. 119, Μάιος 1999.
Νικ. Δ. Σιώκης, «Η Μεγάλη Παναγιά στην Κλεισούρα», εφημ. Κλεισούρα, περ. Γ΄, έτος 15ο, φ. 140 (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2001).
Νικ. Δ. Σιώκης, Η ιστορία και τα κειμήλια των Ιερών Ναών Αγίου Νικολάου και Αγίου Δημητρίου Κλεισούρας Καστοριάς, έκδοση Συλλόγου των Απανταχού Κλεισουριέων «Ο Άγιος Μάρκος», Θεσσαλονίκη 2001.
Νικ. Δ. Σιώκης, «Τα Αργκουτσιάρια στην Κλεισούρα Καστοριάς», Πρακτικά του 16ου Διεθνούς Συνεδρίου για την Έρευνα του Χορού «Ο χορός ως άυλη κληρονομιά», Κέρκυρα 30 Οκτωβρίου – 3 Νοεμβρίου 2002, Ίδρυμα Δώρα Στράτου & Διεθνής Οργάνωση Λαϊκής Τέχνης, Αθήνα 2002, 339-348 (και στα αγγλικά).
Νικ. Δ. Σιώκης, «Άγνωστες προσωπικότητες από την Κλεισούρα Καστοριάς», περ. Ελιμειακά, έτος 23ο, τεύχ. 53, Δεκέμβριος 2004, 171-182.
Νικ. Δ. Σιώκης, «Δημήτριος Ν. Δάρβαρης (1757, Κλεισούρα Δυτ. Μακεδονίας – 1823, Βιέννη)–Βιβλιογραφικό Σχεδίασμα», περ. Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος ΙΕ΄ (Κοζάνη 2004), 279-298.
Νικ. Δ. Σιώκης, «Ο Τρανός Χορός και το δρώμενο του Βαλμά στην Κλεισούρα Καστοριάς. Η μαρτυρία του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη περί του Βαλμά στα 1878», περ. Ηπειρωτική Εταιρεία, τεύχ. 287, Ιούλιος – Αύγουστος 2004, 294-301.
Νικ. Δ. Σιώκης, «Χρονικό της σφαγής της 5ης Απριλίου 1944 στην Κλεισούρα Καστοριάς», περ. Φίλιππος, τεύχ. 47, Απρίλιος – Ιούνιος 2005, 16-19.
Νικ. Σιώκης, Δημ. Παράσχος, Οι Βλάχοι του Μουρικίου και του Σινιάτσικου, Θεσσαλονίκη 2001.
Αρ. Ι. Τζιώγος, Συνοπτική ιστορία της Κλεισούρας Δυτικής Μακεδονίας και το ιστορικόν αυτής μνημείον της χριστιανωσύνης της Ιεράς Μονής Παναγίας - Γεννήσεως της Θεοτόκου, Θεσσαλονίκη 1962.
Γ। Τρύπης, Κλεισούρα, Φλώρινα ά.χ॥





Πηγή Βικιπαίδεια.

2 σχόλια :

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΜΗΝΥΜΑ